|
What's the Greek word for actual? Here's how you say it.
Greek Translation |
|
More Greek words for actual
See Also in English
Similar Words
indisputable
adjective
|
|
αδιαμφισβήτητος,
αδιαφιλονίκητος,
αναμφισβήττητος
|
undeniable
adjective
|
|
αδιάψευστος,
αναντίρρητος
|
veritable
adjective
|
|
πραγματικός,
αληθής
|
de facto
adjective, adverb
|
|
στην πραγματικότητα,
πράγματι,
ντεφάκτο,
πραγματικός,
ουσιαστικός
|
factual
adjective
|
|
πραγματικός,
έμπρακτος
|
Nearby Translations
|
|
|
|
|
|